Από τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1839, 1840, 1843 ΑΚ συμπεραίνεται ότι ο διαθέτης, με διάταξη τελευταίας βουλήσεως (διαθήκη) μπορεί να στερήσει (αποκληρώσει) το μεριδούχο από τη νόμιμη μοίρα για ορισμένους λόγους οι οποίοι περιοριστικώς αναφέρονται στο νόμο (αποκλήρωση υπό στενή έννοια).
1. επιβουλεύθηκε τη ζωή του διαθέτη, του συζύγου ή άλλου κατιόντος του διαθέτη,
2. προκάλεσε με πρόθεση σωματικές κακώσεις στο διαθέτη ή στο σύζυγό του, από τον οποίο κατάγεται ο κατιών,
3. έγινε ένοχος κακουργήματος ή σοβαρού πλημμελήματος με πρόθεση, κατά του διαθέτη ή του συζύγου του,
4. αθέτησε κακόβουλα την υποχρέωση που είχε από το νόμο να διατρέφει το διαθέτη,
5. ζει βίο άτιμο ή ανήθικο, παρά τη θέληση του διαθέτη. Η αποκλήρωση για το λόγο αυτό είναι άκυρη, αν ο κατιών κατά το θάνατο του διαθέτη είχε οριστικά εγκαταλείψει τον άτιμο ή ανήθικο βίο.
Ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει το γονέα του αν συντρέχει ένας από τους λόγους αποκλήρωσης που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο αριθ. 1, 3 και 4.
Ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει το σύζυγό του αν, κατά το χρόνο του θανάτου, είχε δικαίωμα να ασκήσει αγωγή διαζυγίου για βάσιμο λόγο αναγόμενο σε υπαιτιότητα του συζύγου του.
Εάν η αποκλήρωση έγινε χωρίς νόμιμο λόγο, ή ο λόγος αποκλήρωσης που αναφέρεται στη διαθήκη είναι ανακριβής, ή έχει δοθεί συγνώμη για το συγκεκριμένο λόγο, η αποκλήρωση είναι άκυρη. Ο αποκληρωθείς μπορεί να ασκήσει αγωγή για την αναγνώριση της ακυρότητας της διάταξης περί αποκλήρωσης.