Με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του α.ν. 86/1967, ορίζεται ότι "όποιος υπέχει νόμιμη υποχρέωση καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, που βαρύνουν τον ίδιο, ασχέτως ποσού, προς τους υπαγόμενους στο Υπουργείο Εργασίας οποιασδήποτε φύσεως οργανισμούς κοινωνικής πολιτικής ή κοινωνικής ασφαλίσεως ή ειδικούς λογαριασμού και δεν καταβάλει αυτές εντός μηνός, αφότου έχουν καταστεί απαιτητές προς τους ως άνω οργανισμούς, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών, ενώ, κατά την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, όποιος παρακρατεί ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων σε αυτόν, με σκοπό αποδόσεως στους κατά την παρ. 1 οργανισμούς και δεν καταβάλει ή δεν αποδίδει αυτές προς τους ανωτέρω οργανισμούς εντός μηνός αφότου έχουν καταστεί απαιτητές, τιμωρείται για υπεξαίρεση με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών".
Με τη διάταξη του άρθρου 33 του Ν. 3346/2005, όπως αντικ. με το άρθρο 30 του ν. 3904/2010 "εξορθολογισμός και βελτίωση στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις, που ισχύει κατά το άρθρο 38 αυτού από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 23-12-2010 (ΦΕΚ τ.Α’ 218) ορίζεται ότι
"1. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 απαιτείται το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών, που βαρύνουν τον υπόχρεο (εργοδοτικών), να υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ.
2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 απαιτείται το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων που παρακρατούνται να υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ".
Πέραν αυτών, από τις διατάξεις του άρθρου 26 παρ. 1 και 5 του α.ν. 1846/1951, όπως έχουν τροποποιηθεί, προκύπτει ότι, για τη καταβολή των εισφορών των ασφαλισμένων επί παρεχόντων εξαρτημένη εργασία, ευθύνεται ο εργοδότης, ο οποίος υποχρεούται, κατά την πληρωμή των μισθών, να παρακρατεί τα τμήματα των εισφορών, που βαρύνουν τους ασφαλισμένους.
Ως εργοδότης νοείται, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 5 του α.ν. 1846/1951, ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπον για λογαριασμό των οποίων τα υπαγόμενα στην ασφάλιση πρόσωπα παρέχουν την εργασία τους. Για την καταβολή των άνω εισφορών, όταν εργοδότης είναι ανώνυμη εταιρία, υπόχρεος είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής αλλά και ο διευθυντής της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 115 του ν. 2238/1994 και 4 παρ. 4 ν. 2556/1997, όπως αντικ. από το άρθρο 61 παρ. 2 ν. 2676/1999. Προς την ιδία ουσιαστική κατεύθυνση κινήθηκε και η ρύθμιση της παρ. 7 του α.ν. 86/1967, η οποία παρ.7 προστέθηκε με το άρθρο 25 του ν. 4075/ 2012 και η οποία ορίζει:
"Για εργοδότες μη φυσικά πρόσωπα που δεν καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή των φορέων ή κλάδων ή λογαριασμών των οργανισμών των οποίων τις εισφορές εισπράττει ή συνεισπράττει το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ως αυτουργοί των αδικημάτων του παρόντος άρθρου θεωρούνται:
Στις ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, οι πρόεδροι των Δ.Σ., οι διευθύνοντες ή εντεταλμένοι ή συμπράττοντες σύμβουλοι, οι διοικητές, οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές και γενικά κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω. Εξάλλου, κατά το άρθρο 115 παρ.1 του ν. 2238/1994, τα πρόσωπα που είναι διευθυντές, διαχειριστές ή διευθύνοντες σύμβουλοι και εκκαθαριστές των ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών ή συνεταιρισμών κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσης τους ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται από αυτά τα νομικά πρόσωπα, σύμφωνα με τον παρόντα καθώς και του φόρου που παρακρατείται ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης τους. Με την παρ.4 του άρθρου 4 του ν. 2556/1997 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 άρθρο 69 ν. 2676/1999, οι διατάξεις του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 όπως ισχύουν κάθε φορά, που αναφέρονται στην ευθύνη των διοικούντων νομικά πρόσωπα για την καταβολή των φόρων που οφείλουν στο δημόσιο τα πρόσωπα αυτά, εφαρμόζονται κατ` αναλογία και για την καταβολή των οφειλομένων στο ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών
Τέλος, κατά το άρθρο 16 του κανονισμού ασφαλίσεως του ΙΚΑ, ως χρόνος καταβολής των εισφορών ορίζεται, το ημερολογιακό τέλος του μηνός εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία ή υπηρεσία, κατά δε το άρθρο 26 παρ. 3 του α.ν. 1846/1951, ο υπόχρεος πρέπει να καταβάλει τις εισφορές στο ΙΚΑ, μέχρι το τέλος του επόμενου μηνός από το χρόνο που έχει ορισθεί.
Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγονται τα παρακάτω:α) για τη στοιχειοθέτηση των εγκλημάτων της μη έγκαιρης καταβολής των εργοδοτικών και εργατικών εισφορών απαιτείται να προσδιορίζεται στην καταδικαστική απόφαση, η συγκεκριμένη οφειλή του εργοδότη που απασχολεί προσωπικό, για ασφαλιστικές εισφορές που βαρύνουν τον ίδιο και τους εργαζόμενους σ’ αυτόν, καθώς και μη καταβολή των σχετικών ποσών εντός μηνός αφότου κατέστησαν απαιτητά στον Ασφαλιστικό Οργανισμό, που είναι ασφαλισμένο το απασχολούμενο προσωπικό. Πρόκειται συνεπώς για γνήσια εγκλήματα, παραλείψεως, τα οποία συντελούνται με την παράλειψη της εμπρόθεσμης καταβολής των παραπάνω εισφορών μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το ημερολογιακό τέλος κάθε μήνα, που παρασχέθηκε η εργασία,
β) αναφορά, επί εργοδότη νομικού προσώπου (εταιρείας) της μορφής του νομικού προσώπου ή της εταιρείας και των πραγματικών περιστατικών, από τα οποία προκύπτει η ιδιότητα και η θέση που είχε ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος στην εταιρεία κατά το χρόνο τελέσεως της αξιόποινης πράξης.
γ) όταν πρόκειται για εργοδότη ανώνυμη εταιρία, πρέπει να διευκρινίζεται στην προσβαλλόμενη απόφαση αν ο κατηγορούμενος, κατά το καταστατικό της εταιρείας ή με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της, ήταν διευθύνων σύμβουλος αυτής, κατά τον ενδιαφέροντα κρίσιμο χρόνο, ώστε να ανακύπτει νομική υποχρέωσή του να παρακρατεί τις εισφορές των εργαζομένων και να αποδίδει αυτές, μαζί με τις αντίστοιχες εργοδοτικές της επιχειρήσεως, στο ΙΚΑ, μόνη δε η αναφερόμενη στο σκεπτικό ιδιότητα του απλού εργοδότη της εταιρείας αυτής, δεν καθιστά, άνευ άλλου, τον κατηγορούμενο αυτόν υπόχρεο καταβολής των ως άνω εισφορών
Ειδικότερα, όταν πρόκειται για ασφαλιστικές εισφορές που έχουν γεννηθεί μέχρι τις 11-4-2012, και οφείλουν ανώνυμες εταιρείες, υπόχρεος για την καταβολή τους είναι μόνο ο διευθύνων σύμβουλος αυτής, ενώ για ασφαλιστικές εισφορές που έχουν γεννηθεί μετά τις 11-4-2012, και οφείλουν ανώνυμες εταιρείες, υπόχρεοι για την καταβολή τους είναι τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 7 του α.ν. 86/1967, ήτοι οι διευθύνοντες ή εντεταλμένοι ή συμπράττοντες σύμβουλοι, οι διοικητές, οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές και γενικά κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω.