Οι γονείς υποχρεούνται, βάσει των σχετικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα, να διατρέφουν τα τέκνα τους αναλογικά με τις δυνάμεις τους. Το ποσό της διατροφής υπολογίζεται βάσει των αναγκών και των μηνιαίων δαπανών του τέκνου, οι οποίες σχετίζονται με τους όρους διαβίωσής του, κατά το άρθρο 1493 ΑΚ. Οι όροι διαβίωσης του τέκνου εξαρτώνται από τον τόπο στον οποίο κατοικεί/διαμένει, την ηλικία του, τις εκπαιδευτικές και ψυχαγωγικές του ανάγκες, τη σωματική - ψυχική του υγεία, καθώς και την οικονομική κατάσταση των γονέων του. Συνεπώς, το δικαστήριο θα λάβει υπόψη τα συνήθη έξοδα ένδυσης, υγείας, διατροφής κτλ. ανάλογα με την ηλικία του τέκνου, καθώς και ό,τι αποδεικνύεται συγκεκριμένα με αποδείξεις.
Οι δαπάνες ρεύματος, θέρμανσης, νερού κτλ. καθώς και η καταβολή ενοικίου για τη στέγη στην οποία διαμένει το τέκνο, συνεκτιμώνται και εκείνες στον καθορισμό διατροφής, κατά την αναλογία των προσώπων που διαμένουν στην ίδια στέγη. Στη συνέχεια, υπολογίζονται τα εισοδήματα των γονέων, ενώ εάν αυτά δεν καλύπτουν το αναγκαίο ποσό, συνυπολογίζονται και τα περιουσιακά τους στοιχεία. Σε περίπτωση που ένας γονέας είναι άνεργος, αυτό δεν τον εξαιρεί από την υποχρέωση να καταβάλλει διατροφή, εάν είναι ικανός να εργαστεί. Η υποχρέωση διατροφής του γονέα που διαμένει με το τέκνο αποτιμάται και σε είδος, π.χ. παροχή στέγης, καθημερινή φροντίδα και οι οικιακές εργασίες που τελεί.
Όταν οι γονείς, κατά τη δικαστική διαδικασία, δεν είναι σε θέση να αποδείξουν τις δαπάνες των τέκνων τους με συγκεκριμένο τρόπο, όπως αποδείξεις εξόδων εκπαίδευσης, τροφής, υγείας κτλ., το Δικαστήριο θα συνεκτιμήσει το μέσο εύλογο ποσό που δαπανάται στη συγκεκριμένη περίπτωση. Για παράδειγμα, εάν το παιδί παρακολουθεί μαθήματα ενισχυτικής διδασκαλίας σε ιδιωτικό χώρο/φροντιστήριο, ή εάν έχουν τοποθετηθεί σιδεράκια στα δόντια του, αλλά δεν προσκομίζονται αντίστοιχες αποδείξεις, το Δικαστήριο προσδιορίζει το μέσο ποσό που δαπανάται σε αυτές τις περιπτώσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα διδάγματα της κοινής πείρας.
Τα προσωπικά έξοδα και οι οικονομικές υποχρεώσεις των γονέων, δεν αφαιρούνται από το εισόδημα που αποκομίζουν πριν υπολογιστεί η διατροφή. Εάν ένας γονέας έχει εισόδημα ύψους 1.500 ευρώ, καταβάλλει μηνιαίως 450 ευρώ σε ενοίκιο και 300 ευρώ σε εξόφληση δανείου, ως εισόδημα θα θεωρηθεί το ποσό των 1.500 ευρώ, όχι τα 750 ευρώ που απομένουν. Βέβαια, το Δικαστήριο αξιολογεί δευτερευόντως τις ανωτέρω δαπάνες.
Η συνεισφορά του κάθε γονέα στη διατροφή υπολογίζεται ποσοστιαία, κατόπιν διαίρεσης του εισοδήματος που κερδίζει ο καθένας ατομικά, με το συνολικό εισόδημα και των δύο. Έστω ότι το Δικαστήριο υπολογίσει τα μηνιαία έξοδα ενός τέκνου στο ποσό των 500€. Ο γονέας Α έχει μηνιαίο εισόδημα 1.200 ευρώ και ο γονέας Β 800€. Η υποχρέωση διατροφής του γονέα Α ανέρχεται σε ποσοστό 1.200 Χ 100/2000 = 60%. Από τα μηνιαία έξοδα του τέκνου ύψους 500€, το 60% ανέρχεται σε 300€ ως υποχρέωση του γονέα Α για διατροφή. Η υποχρέωση διατροφής του γονέα Β ανέρχεται σε 800 Χ 100/2000 = 40%, δηλαδή σε 200€ μηνιαίως.
Πέρα από το δηλωθέν εισόδημα, είναι πιθανό να υπάρχει και εισόδημα που δεν προκύπτει από φορολογικά έγγραφα, καθώς προέρχεται από παράνομη δραστηριότητα. Εφόσον η παράνομη δραστηριότητα αποδειχθεί προσηκόντως, καθώς υπάρχουν τρόποι για να γίνει αυτό, τότε για τον καθορισμό της διατροφής το Δικαστήριο υπολογίζει το πραγματικό εισόδημα του υπόχρεου γονέα, όχι το δηλωθέν.
Εφόσον υπάρχει εκτελεστός τίτλος που προσδιορίζει συγκεκριμένο ποσό διατροφής, αλλά ο υπόχρεος γονέας δεν τη καταβάλλει, τότε τελεί το αδίκημα της παραβίασης υποχρέωσης διατροφής κατ’ άρθρο 358 ΠΚ. Η υποβολή σχετικής έγκλησης δύναται να οδηγήσει σε σύλληψη του δράστη με τη διαδικασία του αυτοφώρου. Σε αυτή την περίπτωση, είναι δυνατή και η κατάσχεση μισθού, τραπεζικού λογαριασμού ή της περιουσίας του υπόχρεου γονέα.