Οι Δικηγόροι του γραφείου μας αναλαμβάνουν την έκδοση διαταγών πληρωμής. Η διαταγή πληρωμής εκδίδεται κατόπιν αιτήσεως στο αρμόδιο δικαστήριο στις περιπτώσεις χρηματικών απαιτήσεων σε βάρος φυσικών ή νομικών προσώπων που δεν καταβάλλουν τις οφειλές τους. Η διαταγή πληρωμής είναι ο πιο γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος για την είσπραξη των χρηματικών απαιτήσεων που προκύπτουν από τιμολόγια, συναλλαγματικές, επιταγές, μισθωτήρια συμβόλαια, συμβάσεις και ιδιωτικά συμφωνητικά αναγνώρισης χρέους κ.α.
Σημαντικές προϋποθέσεις για να προχωρήσουμε στην έκδοση της διαταγής πληρωμής είναι το οφειλόμενο ποσό να αποδεικνύεται από δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, να είναι ορισμένο και χρηματικό και η καταβολή του να μην εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή (αρ. 623 ΚΠολΔ). Εάν πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις του νόμου, το γραφείο μας συντάσσει την αίτηση για την έκδοση Διαταγής Πληρωμής και την ίδια την απόφαση της Διαταγής Πληρωμής και συνυποβάλλονται όλα μαζί με τα απαραίτητα κατά περίπτωση δικαιολογητικά προς έλεγχο στο αρμόδιο δικαστήριο το οποίο άμεσα εγκρίνει την αίτηση και εκδίδει τη Διαταγή Πληρωμής.
Η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας οφείλεται στο γεγονός ότι δεν γίνεται συζήτηση στο ακροατήριο και δεν υπάρχει αναμονή για την έκδοση απόφασης, ακριβώς επειδή η απαίτηση αποδεικνύεται από έγγραφα, ιδιωτικά ή δημόσια. Ως ιδιωτικό έγγραφο νοείται κάθε έγγραφο το οποίο συντάσσεται από ιδιώτη, το οποίο για να έχει αποδεικτική δύναμη, πρέπει να έχει την υπογραφή του εκδότη και οφειλέτη. Από την άλλη πλευρά ως δημόσιο έγγραφο, θεωρείται το έγγραφο που έχει συνταχθεί από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό ή άτομο που ασκεί δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία (πχ. συμβολαιογραφικό έγγραφο, δικαστική απόβαση). Η απόφαση – Διαταγή Πληρωμής που εκδίδεται τελικά, αποτελεί εκτελεστό τίτλο με τον οποίο ξεκινά η εκτέλεση για την άμεση έντοκη είσπραξη της εκάστοτε οφειλής.
Βέβαια, ακριβώς επειδή δεν λαμβάνει χώρα συζήτηση σε ακροατήριο, ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα μέσα σε δεκαπέντε εργάσιμες ημέρες από την επίδοσή της να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο. Η άσκηση της ανακοπής όμως δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής, η οποία είναι άμεσα εκτελεστή. Ωστόσο είναι δυνατόν να υποβληθεί χωριστή αίτηση αναστολής εκτέλεσης της διαταγής πληρωμής και να χορηγηθεί αναστολή έως ότου εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της ανακοπής που πρέπει να έχει ήδη ασκηθεί.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου για την αποδοχή ή μη της αίτησης αναστολής εκτέλεσης της διαταγής πληρωμής εξετάζει εάν η άσκηση της ανακοπής είναι εμπρόθεσμη και αν πιθανολογείται ότι θα ευδοκιμήσει ένας τουλάχιστον λόγος ανακοπής. Αν δεν ασκηθεί ανακοπή εμπρόθεσμα, εκείνος υπέρ του οποίου έχει εκδοθεί η διαταγή πληρωμής μπορεί να επιδώσει και πάλι την ίδια διαταγή στον οφειλέτη, ο οποίος έχει μία δεύτερη δυνατότητα να ασκήσει ανακοπή εντός μικρότερης προθεσμίας δέκα εργασίμων ημερών από τη νέα επίδοση αλλά στην περίπτωση αυτή δεν χορηγείται αναστολή δικαστικά.
Στις περιπτώσεις που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση διαταγής πληρωμής, υπάρχουν άλλοι τρόποι να διεκδικηθεί το οφειλόμενο ποσό με την επιλογή της κατάλληλης δικαστικής διαδικασίας.