Ο Νόμος 4800/2021, κοινώς ονομαζόμενος ως «νόμος για τη συνεπιμέλεια», περιέχει πολλές νέες ρυθμίσεις και σωρεία πρόσθετων επειγουσών διατάξεων. Οι πιο σημαντικές μεταβολές, που απασχόλησαν και την κοινή γνώμη, σχετίζονται με τις σχέσεις γονέων και τέκνων καθώς και με άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου. Ο ανωτέρω νόμος δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 81/Α/21-5-2021 και τέθηκε σε ισχύ από τις 16.09.2021.
Ο νέος Νόμος για τη συνεπιμέλεια θέτει στο στόχαστρό του την ολική ικανοποίηση του συμφέροντος του τέκνου, η οποία επιτυγχάνεται μέσα από την ουσιαστική - ενεργή συμμετοχή των γονέων στη ζωή του. Μέσα στις μεταβολές του στο υπάρχον κανονιστικό πλαίσιο, ο νέος Νόμος προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι η γονική μέριμνα ασκείται πλέον εξίσου και από τους δύο γονείς. Προστίθεται, λοιπόν, με το άρθρο 7 του νέου Νόμου, μία νέα έκφανση του δικαιώματος της γονικής μέριμνας στον Αστικό Κώδικα, με αντίστοιχη τροποποίηση του άρθρου 1510 και αντικατάσταση του τίτλου και του περιεχομένου του άρθρου 1513:
Άρθρο 1510 Α.Κ., εδάφιο α΄: «Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού και εξίσου.»
Άρθρο 1513 Α.Κ. (Διαζύγιο ή ακύρωση του γάμου – διάσταση των συζύγων): «Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης ή ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή των μερών του συμφώνου συμβίωσης και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο, επιχειρεί τις πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 1516, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης του άλλου γονέα.»
Ακόμα, στο ίδιο πνεύμα περί της «εξίσου» άσκησης της γονικής μέριμνας, κινείται το άρθρο 12 του νέου Νόμου, το οποίο αντικαθιστά τον τίτλο και το περιεχόμενο του άρθρου 1519 Α.Κ. ως εξής:
Άρθρο 1519 Α.Κ. (Σημαντικά ζητήματα επιμέλειας τέκνου): Όταν η επιμέλεια ασκείται από τον έναν γονέα ή έχει γίνει κατανομή της μεταξύ των γονέων, οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του τέκνου, για το θρήσκευμα, για ζητήματα της υγείας του, εκτός από τα επείγοντα και τα εντελώς τρέχοντα, καθώς και για ζητήματα εκπαίδευσης που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, λαμβάνονται από τους δύο γονείς από κοινού. Τα δύο τελευταία εδάφια του άρθρου 1510 και το άρθρο 1512 εφαρμόζονται αναλόγως.
Για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη δικαστική απόφαση που εκδίδεται μετά από αίτηση ενός από τους γονείς. Ο γονέας στον οποίο δεν έχει ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας έχει το δικαίωμα να ζητά από τον άλλο πληροφορίες για το πρόσωπο και την περιουσία του τέκνου.»
Επιπρόσθετα, με το άρθρο 13 του Ν.4800/2021, επέρχονται αλλαγές στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα που δε διαμένει με το τέκνο, ενώ θεσπίζεται και μαχητό τεκμήριο επικοινωνίας, υπολογιζόμενο στο 1/3 του συνολικού χρόνου. Συγκεκριμένα, το άρθρο 1520 Α.Κ. αντικαθίσταται με το παρακάτω περιεχόμενο:
Άρθρο 1520 Α.Κ. (Προσωπική επικοινωνία): «Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της, κατά το δυνατό, ευρύτερης επικοινωνίας με αυτό, στην οποία περιλαμβάνονται τόσο η φυσική παρουσία και επαφή του με το τέκνο, όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο οφείλει να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα σε τακτή χρονική βάση. Ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με φυσική παρουσία με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει, τεκμαίρεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου, εκτός αν ο γονέας αυτός ζητά μικρότερο χρόνο επικοινωνίας ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης ή στο συμφέρον του τέκνου, εφόσον, σε κάθε περίπτωση, δεν διαταράσσεται η καθημερινότητα του τέκνου. Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίον δεν διαμένει το τέκνο, κριθεί ακατάλληλος να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας. Για τη διαπίστωση της ακαταλληλότητας του γονέα το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως την εκπόνηση εμπεριστατωμένης έκθεσης κοινωνικών λειτουργών ή ψυχιάτρων ή ψυχολόγων.
Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους ανώτερους ανιόντες και τους αδελφούς του, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τρίτους που έχουν αναπτύξει μαζί του κοινωνικοσυναισθηματική σχέση οικογενειακής φύσης, εφόσον με την επικοινωνία εξυπηρετείται το συμφέρον του τέκνου.
Τα σχετικά με την επικοινωνία ζητήματα καθορίζονται ειδικότερα είτε με έγγραφη συμφωνία των γονέων είτε από το δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται και η παρ. 4 του άρθρου 1511. «Όταν συντρέχει περίπτωση κακής ή καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας, ο άλλος γονέας ή κάθε ένας από τους γονείς, αν πρόκειται για επικοινωνία με τρίτο, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας.»
Τέλος, με το άρθρο 14 του νέου Νόμου, αντικαθίσταται το άρθρο 1532 Α.Κ., που αφορά στις συνέπειες κακής άσκησης της γονικής μέριμνας. Πλέον, περιλαμβάνονται στη διάταξη ρητά οι ειδικές περιπτώσεις κακής άσκησης του δικαιώματος στη γονική μέριμνα. Ακόμη, σχετικά με την αρμοδιότητα του Εισαγγελέα να διατάζει πρόσφορα μέτρα για την προστασία του τέκνου, σε περιπτώσεις άμεσου κινδύνου για την σωματική ή ψυχική υγεία του τελευταίου, προβλέπεται ότι τα μέτρα αυτά ισχύουν μέχρι την έκδοση απόφασης του δικαστηρίου, στο οποίο ο Εισαγγελέας πρέπει να απευθυνθεί σε ενενήντα ημέρες (αντί τριάντα ημερών, προθεσμίας που ίσχυε κατά το προηγούμενο καθεστώς), με δυνατότητα αιτιολογημένης παράτασης κατά άλλες ενενήντα ημέρες. Πιο αναλυτικά, κατά τη νέα διατύπωση της διάταξης:
Άρθρο 1532 Α.Κ. (Συνέπειες κακής άσκησης):
«Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέας, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.
Κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως:
α. η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις δικαστικών και εισαγγελικών αρχών που αφορούν το τέκνο ή προς την υπάρχουσα συμφωνία των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας,
β. η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς,
γ. η υπαίτια παράβαση των όρων της συμφωνίας των γονέων ή της δικαστικής απόφασης για την επικοινωνία του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει και η με κάθε άλλο τρόπο παρεμπόδιση της επικοινωνίας,
δ. η κακή άσκηση και η υπαίτια παράλειψη της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από τον δικαιούχο γονέα,
ε. η αδικαιολόγητη άρνηση του γονέα να καταβάλει τη διατροφή που επιδικάστηκε στο τέκνο από το δικαστήριο ή συμφωνήθηκε μεταξύ των γονέων,
στ. η καταδίκη του γονέα, με οριστική δικαστική απόφαση, για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
Το δικαστήριο, στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, δύναται να αφαιρέσει από τον υπαίτιο γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ή την επιμέλεια, ολικά ή μερικά, και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο γονέα, καθώς επίσης να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο προς διασφάλιση του συμφέροντος του τέκνου. Αν συντρέχουν στο πρόσωπο και των δύο γονέων οι περιπτώσεις του δευτέρου εδαφίου, το δικαστήριο μπορεί να αναθέσει την πραγματική φροντίδα του τέκνου ή ακόμα και την επιμέλειά του ολικά ή μερικά σε τρίτο ή και να διορίσει επίτροπο.
Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου και επίκειται άμεσος κίνδυνος για τη σωματική ή την ψυχική υγεία του τέκνου, «ο εισαγγελέας διατάσσει κάθε πρόσφορο μέτρο για την προστασία του, μέχρι την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου, στο οποίο πρέπει να απευθύνεται εντός ενενήντα (90) ημερών, με δυνατότητα αιτιολογημένης παράτασης της προθεσμίας αυτής κατά ενενήντα (90) επιπλέον ημέρες.»
Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι ανωτέρω μεταβολές, που περιλαμβάνονται στα Κεφάλαια Β΄ και Γ΄ του Ν. 4800/2021, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις, κατά τη διάταξη του άρθρου 18 του νόμου:
Άρθρο 18 Ν. 4800/2021 (Εφαρμογή των Κεφαλαίων Β΄ και Γ΄ σε εκκρεμείς υποθέσεις):
«Τα Κεφάλαια Β' και Γ' εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις επί των οποίων δεν έχει εκδοθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Συμφωνίες των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας, ή την επικοινωνία με το τέκνο που έχουν καταρτιστεί μέχρι την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Β' και Γ' ισχύουν, εκτός αν το δικαστήριο προβεί σε διαφορετική ρύθμιση, ύστερα από αίτηση ενός εκ των γονέων, η οποία υποβάλλεται εντός προθεσμίας δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.»
Καταληκτικά οι ανωτέρω τροποποιήσεις είναι οι πιο σημαντικές που επιφέρει ο Νέος Νόμος για τη συνεπιμέλεια αλλά δεν είναι οι μόνες. Είναι κρίσιμο να απευθυνθείτε σε δικηγόρο διαζυγίων για εξειδικευμένες νομικές συμβουλές οικογενειακού δικαίου προκειμένου να σας ενημερώσει για όλες τις αλλαγές που αφορούν ειδικά τη σας περίπτωση. Είναι πιθανό οι αλλαγές του Νέου Νόμου να δημιουργήσουν νέες δικαστικές διαδικασίες, ακόμη και αν έχει επιλυθεί η οικογενειακή σας διαφορά οριστικά και αμετάκλητα από τις δικαστικές αρχές και αυτό συμβαίνει γιατί η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου δημιουργεί νέα πραγματικά δεδομένα. Εν όψει αυτού ένας έμπειρος δικηγόρος διαζυγίων θα σας κατευθύνει για τις δυνατότητες που έχετε είτε να τροποποιήσετε τη σημερινή κατάσταση που ρυθμίζει την οικογενειακή διαφορά, προσαρμόζοντας την στο νέο νόμο για τη συνεπιμέλεια ή να προετοιμαστείτε κατάλληλα για επικείμενες δικαστικές διαδικασίες ώστε να εξασφαλίσετε το δικό σας συμφέρον και του τέκνου σας.