Αναλαμβάνουμε τη νομική έρευνα και τη συλλογή εγγράφων & ηλεκτρονικών αποδεικτικών μέσων, προκειμένου να κατατεθούν ένδικα βοηθήματα ενώπιον των δικαστικών αρχών, καθώς και οι
αντίστοιχες διοικητικές προσφυγές όταν αυτό απαιτείται.
Τα βασικά ένδικα βοηθήματα που εισάγουν υποθέσεις ενώπιων διοικητικών και δικαστικών αρχών είναι η αίτηση ακύρωσης, η
προσφυγή, οι ενστάσεις, ηέφεση, καθώς και η αίτηση αναίρεσης.
Η πολυετής συνεργασία μας με δικηγόρους που έχουν εμπειρία σε υποθέσεις ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, μας βοηθά να κατανοούμε με ταχύτητα και να επιλύουμε τις εκκρεμείς
διαφορές των εντολέων μας με τη Διοίκηση.
Εργαζόμαστε τόσο σε συμβουλευτικού ρόλου θέση, προτείνοντας φιλικές/συμβιβαστικές επιλύσεις διαφορών όταν αυτό συμφέρει τον διοικούμενο,
όσο και σε θέση εκπροσώπησης ενώπιον δικαστηρίων, όταν η δικαστική διαδικασία κρίνεται ως μονόδρομος για να ικανοποιηθεί αποτελεσματικά ο εντολέας μας.
Ως διοικητικό δίκαιο χαρακτηρίζεται το σύνολο των κανόνων δικαίου που ρυθμίζει τις σχέσεις των διοικούμενων με τη δημόσια διοίκηση, των
διοικητικών οργάνων και αρχών καθώς επίσης την οργάνωση και τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης.
Οι κανόνες του διοικητικού δικαίου στοχεύουν στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος.
Οι σημαντικότερες από αυτές είναι:
• Η αρχή της νομιμότητας.
• Η αρχή της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.
• Η αρχή της χρηστής διοίκησης.
• Η αρχή της αναλογικότητας.
• Η αρχή της αμεροληψίας.
• Η αρχή της ισότητας και της αξιοκρατίας.
• Η αρχή της διαφάνειας.
Ως χρηστή διοίκηση νοείται η άσκηση διοικητικών αρμοδιοτήτων με βάσει το κοινό περί δικαίου αίσθημα δηλαδή με τρόπο που δεν προσβάλει τις ισχύουσες αντιλήψεις περί ηθικής και
αποφεύγει τις άδικες λύσεις. Η αρχή αυτή αποτυπώνεται τόσο στην αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικούμενου όσο και της αμεροληψίας και της επιείκειας της διοίκησης καθώς επιβάλλουν η
συμπεριφορά της τελευταίας να διέπεται από ευθύτητα, δηλαδή να μην ενεργεί ούτε να παραλείπει με τη χρησιμοποίηση τεχνασμάτων νομιμοφανών ή παρανόμων ή κατά τρόπο αντιφατικό ή επιπόλαιο (Τάχος, 2008).
Η καλή πίστη υποδεικνύει στα συναλλασσόμενα μέρη να συμπεριφέρονται με την ευπρέπεια και την εντιμότητα που απαιτείται στις συναλλαγές προκειμένου να εξασφαλισθεί η ομαλή κοινωνική συμβίωση, επίσης πρέπει να διέπει
και τις σχέσεις διοίκησης – διοικουμένου χωρίς να γεννά πρόβλημα η συναλλακτικά υπερέχουσα θέση του δημοσίου έναντι των ιδιωτών (Δαγτόγλου, 2012).
Ενδεικτική αυτής της αρχής είναι η φράση, να μην «πυροβολεί η αστυνομία τα σπουργίτια με κανόνια» (Παπαχατζής, 1991).
Η αρχή της αναλογικότητας, επιβάλλει το διοικητικό μέτρο να είναι κατάλληλο και αναγκαίο για τον επιδιωκόμενο σκοπό και να συνεπάγεται τα λιγότερα δυνατά μειονεκτήματα για τον ενδιαφερόμενο.
Αν οποιοδήποτε άλλο μέτρο μπορεί να εξυπηρετήσει τον δημόσιο σκοπό με λιγότερη επιβάρυνση των διοικουμένων, τότε το ληφθέν μέτρο είναι παράνομο γιατί παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.
Χαρακτηριστική είναι η εφαρμογή της αρχής στην ανάκληση των διοικητικών πράξεων δεδομένου ότι συνεκτιμάται τόσο κατά την ανάκληση των παράνομων διοικητικών πράξεων, στο πλαίσιο της αρχής της
νομιμότητας, όσο και κατά την εκτίμηση ανάκλησης των ευμενών διοικητικών πράξεων στο πλαίσιο της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου.
Η αρχή της αμεροληψίας των οργάνων της δημόσιας διοίκησης επιβάλει στη δημόσια διοίκηση να λειτουργεί βάσει στόχων που καθορίζονται από την προστασία του δημοσίου συμφέροντος,
χωρίς εμπάθεια και προκατάληψη έναντι του διοικούμενου (Κοιμτζόγλου, 1999).
Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 7 του κδδιαδ
Τα μονομελή όργανα, καθώς και τα μέλη των συλλογικών οργάνων, οφείλουν να απέχουν από κάθε ενέργεια ή διαδικασία που συνιστά συμμετοχή σε λήψη απόφασης ή διατύπωση γνώμης ή πρότασης εφόσον:
α) η ικανοποίηση προσωπικού συμφέροντός τους συνδέεται με την έκβαση της υπόθεσης, ή
β) είναι σύζυγοι ή συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ’ ευθεία μεν γραμμή απεριορίστως, εκ πλαγίου δε έως και τέταρτου βαθμού, με κάποιον από τους ενδιαφερομένους, ή
γ) έχουν ιδιαίτερο δεσμό ή ιδιάζουσα σχέση ή εχθρότητα με τους ενδιαφερομένους.
Βασικό στοιχείο της είναι η παροχή ίσων ευκαιριών συμμετοχής στο πολιτικό γίγνεσθαι. Αυτό μεταφράζεται στη δυνατότητα όλων των συναγωνιζόμενων να επιδιώκουν ισότιμα την απόδειξη της υπεροχής τους βάσει προκαθορισμένου πλαισίου νομιμότητας και στη δυνατότητα του καθενός να καταλάβει την επιδιωκόμενη θέση. Η αρχή αυτή προτάσσει την ανάγκη τοποθέτησης σε θέσεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου προσώπων άξιων, ικανών και κατάλληλων μέσω δημοκρατικού τρόπου και προκαθορισμένων αντικειμενικών κριτηρίων.
Όταν ο διοικούμενος θεωρεί ότι η πράξη του διοικητικού οργάνου παραβαίνει το δίκαιο, έχει τη δυνατότητα να ασκήσει προσφυγές.